Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2021

Ποια διαφορά μεταξύ Παλαιάς Τάξης μας στον Μεσαίωνα και Νέας Τάξης που εκμεταλλεύτηκε τον Φιλελευθερισμό για να μας επιβάλλει τον παγκόσμιο κομμουνισμό της...Συνεχίζοντας να παριστάνουμε τους ‘’αντιφασίστες’’ απέναντι στον φασισμό της παγκοσμιοποίησης μέχρι να επικρατήσει ο δικός μας Σκοταδιστικός Φασισμός!

Καινή Διαθήκη, Αποκ. 17,9 Εδώ δείχνεται ο νους, ο οποίος έχει την σοφίαν του Θεού. Αι επτά κεφαλαί, επί των οποίων κάθεται η γυναίκα, συμβολίζουν επτά όρη, επάνω εις τα οποία η διεφθαρμένη Ρωμη είναι κτισμένη. 10 Συμβολίζουν ακόμη και επτά βασιλείς, που εκπροσωπούν επτά βασιλείας ασεβείς και διεφθαρμένας. Αι πέντε, αι προχριστιανικαί, έπεσαν, η μία υπάρχει ακόμη. Η άλλη, η του αντιχρίστου, δεν ήλθεν ακόμη. Και όταν έλθη θα είναι προσωρινή και παροδική. Ολίγον χρόνον θα μείνη σύμφωνα με το σχέδιον του Θεού. 11 Και το θηρίον, το οποίον ήτο και δεν υπάρχει πλέον, είναι και αυτό ο όγδοος βασιλεύς, που κατά τα φρονήματα και την κακίαν είναι από τους επτά προηγουμένους βασιλείς, (διότι αυτό ενέπνεε και εκείνους). Και αυτό θα είναι παροδικόν, διότι βαδίζει προς την καταστροφήν και τον εξαφανισμόν. 12 Και τα δέκα κέρατα, τα οποία είδες, συμβολίζουν δέκα βασιλείς, οι οποίοι δεν εβασίλευσαν ακόμη, αλλά σαν βασιλείς παίρνουν βασιλικήν εξουσίαν επί μίαν ώραν (επί μικρόν δηλαδή χρονικόν διάστημα) και θα βασιλεύσουν μαζή με το θηρίον ολίγον χρόνον & Παλαιά Διαθήκη, Δαν. 2,41 Είδες τους πόδας και τα δάκτυλα του αγάλματος, να είναι εν μέρει πήλινοι και εν μέρει σιδερένιοι. Τούτο σημαίνει, ότι η βασιλεία αυτή δεν θα έχη ενότητα, αλλά θα είναι διηρημένη. Και εις αυτήν ταύτην την ως σίδηρον βάσιν της θα υπάρχη η διαίρεσις και οχι η συνοχή, όπως είδες τον σίδηρον και τον πηλόν όχι συγκεκολλημένα εις ένα σώμα, αλλά αναμεμιγμένα χωρίς συνοχήν μεταξύ των…43 Είδες τον σίδηρον ανακατωμένον με τον πηλόν. Αυτό σημαίνει, ότι ανακατεμένοι θα είναι οι λαοί, που θα αποτελούν αυτήν την βασιλείαν. Δεν θα έχουν στενόν σύνδεσμον ο ένας με τον άλλον, ώστε να αποτελούν μίαν ενότητα. Θα είναι, όπως ο σίδηρος, που δεν αναμιγνύεται με τον πηλόν και δεν αποτελεί αδιάσπαστον ενότητα. (Δαν. 2,44 Κατά την εποχήν των βασιλέων της τετάρτης βασιλείας, ο Θεός του ουρανού θα αναδείξη μίαν άλλην βασιλείαν, η οποία στους αιώνας των αιώνων δεν θα καταστραφή. Και έτσι η βασιλεία αυτή του Θεού δεν θα λείψη, δεν θα δώση τόπον εις άλλην βασιλείαν. Θα συντρίψη δέ, και θα θρυμματίση και θα λιχνίση όλας τας άλλας βασιλείας· και αυτή θα υψωθή, θα εκταθή και θα υπάρχη στους αιώνας των αιώνων)


 - ΤΙ ΕΣΤΙ ΣΚΟΤΑΔΙΣΤΙΚΟΣ ΦΑΣΙΣΜΟΣ: Όταν οι Βίκινγκς με τον βασιλιά τους ρωτούσαν μια μουστόγρια μάντισσα για να τους πει τι να κάνουν σε μια εκστρατευτική τους αποστολή και όχι δημοκρατικές μάζες ή επιστήμονες για να πουν τη γνώμη τους…
 

Με το παρόν άρθρο θα δώσουμε ένα τέλος στην σκόπιμη (και επί ημερών μας) ιδεολογική σύγχυση που υπάρχει σχετικά με τον Μεσαίωνα που επικρατούσε η βασιλευόμενη και θεοκρατική Παλαιά Τάξη Πραγμάτων μας, με σκοπό να αιτιολογηθεί και να συνεχίζει να έχει λόγο ύπαρξης η σοσιαλιστική/κομμουνιστική παγκοσμιοποίηση που προσπαθεί να μας επιβληθεί φασιστικά, παρουσιαζόμενη παραπλανητικά στον κόσμο ως τάχα μου ‘’φιλελεύθερη’’ για να διευκολύνει την κομμουνιστική εξάπλωση από την αντιφιλελεύθερη και αντικαπιταλιστική δράση του! Αν με άλλα λόγια πιστέψει ο περισσότερος κόσμος ότι οι παγκοσμιοποιητές εφαρμόζουν φιλελεύθερες πολιτικές που ανέτρεψαν πριν κάποιους αιώνες την Μεσαιωνική Φεουδαρχία ας πούμε και η οποία ‘’καταπίεζε’’ τάχα μου τον κόσμο, τότε θα στραφεί σε κομμουνιστικές ή σοσιαλιστικές λύσεις βοηθώντας άθελά του να ολοκληρωθεί ανεμπόδιστα η παγκοσμιοποίηση όπως συνέβη ήδη στην κομμουνιστική Κίνα. Αν αντιθέτως στραφεί σε φιλελεύθερες και καπιταλιστικές λύσεις που ποτέ δεν εφαρμόστηκαν όμως παρά μόνο στα λόγια (όπως θα αποδείξουμε έπειτα) ώστε ξεσηκώνοντας τότε τον κόσμο (π.χ. για να αποκτήσει ατομική ελευθερία) να περάσει η εξουσία σε δημοκράτες στη θέση των βασιλέων, ναι μεν δεν θα επιστρέψουμε στην Παλαιά Τάξη Πραγμάτων μας που ανατράπηκε με τον συγκεκριμένο τρόπο, αλλά θα εμποδιστεί όμως η περαιτέρω κομμουνιστική εξάπλωση των παγκοσμιοποιητών εξασφαλίζοντας έτσι και τη δική μας σωτηρία ώστε να συνεχίζουμε να υπάρχουμε μέχρι να επικρατήσει ο δικός μας Σκοταδιστικός Φασισμός όπως τον θυμηθήκαμε προφητικά από τη Βίβλο. Για αυτό και γράψαμε στον τίτλο αυτού του άρθρου ότι συνεχίζουμε να παριστάνουμε εκεί έξω τους ‘’αντιφασίστες’’ απέναντι στον φασισμό της παγκοσμιοποίησης, έτσι ώστε να γίνει απολύτως ξεκάθαρη σε αναγνώστες και συναγωνιστές μας ποια είναι η ιδεολογία που έχουμε και ποια η στρατηγική που ακολουθούμε για την επιβίωσή μας μέχρι (αν ζούμε μέχρι τότε) την επικράτησή μας κατά την Έλευση του ίδιου του Σατανά. 
 
Εν ολίγοις, θα συνοψίζαμε το όλο θέμα λέγοντας ότι δεν κοιτάμε τον φασισμό αυτόν καθ’ αυτόν, αλλά το ποιος είναι ο φασίστας χωρίς να περιοριζόμαστε στη στενή έννοια του όρου που αφορούσε τον ιταλικό με τον Μουσολίνι, αλλά στην ευρύτερη απολυταρχία ή δεσποτεία εστιάζοντας στο ποιοι την ασκούν και πως λειτουργεί παρόλο που φαινομενικά μοιάζει να είναι ίδια η φεουδαρχική ας πούμε δομή μεταξύ Παλαιάς και Νέας Τάξης ενώ δεν είναι! Για παράδειγμα, στην πυραμίδα της Παλαιάς Τάξης που είδατε στην αρχή του άρθρου αυτού, μεταξύ βασιλιά και λαού υπάρχουν ενδιάμεσες κοινωνικές τάξεις (σ.σ. θα τις δείτε εκτενέστερα εν συνεχεία σε δημοσίευμα), ενώ στην πυραμίδα της Νέας Τάξης που θα δείτε στη συνέχεια καμιά, κατ’ αντιγραφή του κομμουνιστικού δηλαδή μοντέλου που από τη μια πλευρά υπάρχει η κυβέρνηση με όλους τους μηχανισμούς του κράτους της (τράπεζες, μέσα μαζικής ενημέρωσης, σχολεία κ.λ.π.) και από την άλλη ο υπόλοιπος λαός ως πρόβατα σε απόλυτη ισότητα (π.χ. χωρίς να ξεχωρίζουν σε δούλους, δουλοπάροικους, ελεύθερους, ευγενείς κ.α. που θα διαβάστε παρακάτω για την Μεσαιωνική κοινωνία) αντιρατσιστικά κατά το χριστιανικό: ‘’Δεν υπάρχει Ιουδαίος ούτε Έλλην, δεν υπάρχει δούλος ούτε ελεύθερος, δεν υπάρχει άρρεν και θήλυ, διότι όλοι εσείς είσθε ίσοι δια μέσου του Ιησού Χριστού’’ (Γαλ. 3,28), ταυτίζοντας έτσι έναν σατανιστή σαν και εμάς με κάθε τριτοκοσμικό υπάνθρωπο (που δεν έχει σατανικό αίμα όταν δεν είναι Λευκός φυλετικά σύμφωνα με το Απόκρυφο Βιβλίο του Ενώχ κ.α. θρησκευτικά κείμενα) ή πνευματικά καθυστερημένο άνθρωπο (που είναι μόνο ‘’μαμ κακά και νάνι’’) όταν έχει για παράδειγμα και εκείνος το ίδιο δικαίωμα ψήφου ή της μιας ψήφου με εμάς σε δημοψηφίσματα ή εκλογές. Στην Παλαιά Τάξη τώρα, κάθε πολίτης (ακόμη και ο δουλοπάροικος) είχε ατομική ιδιοκτησία και περιουσία, ενώ στη Νέα Τάξη καθόλου επειδή ανήκει(!) εξολοκλήρου στο κράτος (σ.σ. υπενθυμίζουμε διαφημιστική αφίσα του παγκόσμιου οικονομικού φόρουμ που για το 2030 μας λέει ότι ‘’δεν θα κατέχεις τίποτα και θα είσαι ευτυχισμένος’’), δηλαδή στους κομμουνιστές κυβερνήτες που του την κατάσχουν ή κλέβουν για να είναι όλοι ίσοι για το ‘’καλό’’ της κοινωνίας. Στην Παλαιά Τάξη ακόμη και στην περίπτωση της αχανούς Περσικής αυτοκρατορίας παρέχονταν τοπική αυτονομία και θρησκευτική ελευθερία σε κάθε επαρχία της, για να μην απειλείται η πολυεθνική συνοχή της από το διαφορετικό τρόπο που επιθυμούσε να ζει το κάθε έθνος της ώστε να μην περιορίζεται και η αγωνιστικότητά του στρατιωτικά (π.χ. δεν πολεμάει κάποιος με την ίδια όρεξη όταν πρόκειται να υπερασπιστεί μια ξένη προς αυτόν πατρίδα και πόσο μάλλον όταν εκείνη κατέκτησε την κάποτε δική του), ενώ αντιθέτως η Νέα Τάξη όπως και ο κομμουνισμός όπου εμφανίστηκε, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αυτόνομης δράσης σαν να μιλάμε για παγκόσμιο κράτος ή οργανισμό σαν την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγου χάρη όπου ο πρωθυπουργός κάθε επαρχίας της (π.χ. Ελλάδα) δεν μπορεί να πάρει καμιά πολιτική απόφαση από μόνος του δίχως να την ρωτήσει πρώτα.

Ο εκάστοτε βασιλιάς τέλος, στην εποχή του Μεσαίωνα, κατάγονταν από την ίδια χώρα του λαού που διοικούσε και δεν δύναται να εξυπηρετούσε τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης μόνο κοινωνικής ομάδος έναντι όλων των υπολοίπων καταστρέφοντας εμφυλιοπολεμικά την κοινωνία του (σ.σ. όπως κάνουν οι κομμουνιστές μιλώντας για πάλη των τάξεων ώστε να επικρατήσει η εργατική δικτατορικά ξέρει δεν ξέρει από διοίκηση επιχειρήσεων), διότι ο βασιλιάς δεν εκλέχτηκε από καμιά κοινωνική ομάδα με ψήφους όπως συμβαίνει με τα πολιτικά κόμματα στη Δημοκρατία για να εξυπηρετούν μονάχα αυτά των ψηφοφόρων τους (π.χ. αυτοί που έχουν το ‘’βίσμα’’ για να πάρουν μια δουλειά έστω και αναξιοκρατικά αρκεί που έφεραν ψήφους!) εις βάρος των υπολοίπων πολιτών, άρα εκ των πραγμάτων ο εκάστοτε βασιλιάς κυβερνά προς όφελος όλων των πολιτών ή προς ζημία όλων λογοδοτώντας σε εκείνους και αντικαθιστάται για αυτό (επαναστατικά ή δολοφονείται) από κάποιον καλύτερο βασιλέα του αριστοκρατικού του περίγυρου. Ένας γάλλος βασιλιάς για παράδειγμα σαν τον Ναπολέων, διοικούσε μόνο τον γαλλικό λαό από τον οποίο κατάγονταν και έτσι τον καταλάβαινε καλύτερα εφ’ όσον άνηκε στην ίδια φυλή, αδιαφορώντας για το τι έκανε ο γερμανικός ή αγγλικός λαός λόγου χάρη. Στην κομμουνιστική παγκοσμιοποίηση αντιθέτως, παρατηρούμε να παίρνουν τις αποφάσεις άτομα που είναι αλλόφυλα σε σχέση με λαούς απ’ τους οποίους δεν κατάγονται και πιθανόν να μην έζησαν ποτέ εκεί πέρα, όπως για παράδειγμα ένας χαζαροεβραίος της οικογενείας Ρότσιλντ ή κάποιος αφρικανός πρόεδρος του παγκόσμιου οργανισμού υγείας που απαιτεί οι λαοί του πλανήτη να υπακούν σε μια νομοθεσία του κοινή για όλους σαν να μην υπάρχουν σύνορα ή διαφορετικοί λαοί μεταξύ τους (π.χ. απαιτείται να αντικαταστήσουν όλοι τα αυτοκίνητά τους με ηλεκτρικά και τη θέρμανση το ίδιο για να μην μολύνεται το περιβάλλον, σαν να είναι όλοι οι λαοί το ίδιο ηλιόλουστοι!). Τα συμπεράσματα δικά σας…
 

Μας διαβεβαιώνουν ότι ο Μεσαίωνας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα κοινωνικής ανισότητας κι αδικίας, μια και το μεγαλύτερο μέρος το πληθυσμού ήταν δουλοπάροικοι που εργάζονταν σκληρά και ζούσαν σε συνθήκες απίστευτης εξαθλίωσης, δίχως καθόλου δικαιώματα. Ο ισχυρισμός αυτός ενέχει χονδροειδείς ανακρίβειες. Μολονότι και για τους δουλοπάροικους τα μεσαιωνικά κείμενα χρησιμοποιούν τον όρο servus, δηλαδή αυτόν ακριβώς που για τους Ρωμαίους σήμαινε τον δούλο, το νομικό καθεστώς και η θέση των δουλοπάροικων του Μεσαίωνα απέχει παρασάγγες από εκείνη των δούλων της Αρχαιότητας. Εάν πρέπει οπωσδήποτε να βρούμε αντιστοιχία με θεσμούς της ρωμαϊκής ειδικά εποχής, θα διαπιστώσουμε ότι η σχέση κυρίου και δουλοπάροικου κατά τον Μεσαίωνα βρίσκεται πολύ πιο κοντά στη σχέση κυρίου και πελάτη στα χρόνια της Ρώμης. Ο βασικός περιορισμός έγκειται στο ότι ο δουλοπάροικος δεν μπορεί να εγκαταλείψει χωρίς άδεια τη γη που καλλιεργεί. Ο περιορισμός αυτός δεν είναι τόσο παράλογος για κοινωνίες κατεξοχήν αγροτικές με μεγάλη ανάγκη για εργατικά χέρια.

Κατά τα λοιπά, ο δουλοπάροικος έχει νομική προσωπικότητα, αντιθέτως προς τον δούλο. Ως υποκείμενο δικαίου διαθέτει δικαιοπρακτική ικανότητα, έχει τη δική του περιουσία και φυσικά συνάπτει συμβάσεις για τη διαχείρισή της. Επιπλέον, η μεσαιωνική κοινωνία, ακόμη και στη φεουδαλική εκδοχή της, δεν χαρακτηρίζεται από τα στεγανά που εμείς της αποδίδουμε. Όπως μαρτυρούν τα έγγραφα της εποχής, ο δουλοπάροικος δεν είναι καν απαραίτητο να είναι αγρότης, μπορεί να είναι τεχνίτης που κατοικεί σε μια πόλη, ενώ επίσης μπορεί να συνάψει γάμο με άτομο που τυπικά έχει την ιδιότητα του ελεύθερου. Πολύ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που αναφέρει ο Ζωρζ Ντυμπύ, σχολιάζοντας το έγγραφο μιας δικαιοπραξίας που βρισκόταν στα αρχεία της μονής του Κλυνύ: ο δουλοπάροικος Αλώμ, κάτοικος της κωμόπολης του Μπλανό, νυμφεύεται στο γειτονικό Οζάν τη Μαρχίλδη, γυναίκα που νομικά χαρακτηρίζεται ως ελεύθερη. Αποκτούν μαζί περιουσιακά στοιχεία τα οποία και διαθέτουν ελεύθερα, ενώ τα παιδιά τους υπάγονται στο νομικά ευνοϊκότερο καθεστώς, εν προκειμένω αυτό του ελεύθερου. Ακόμη κι ο περιορισμός βάσει του οποίου ο δουλοπάροικος δεν μπορεί να εγκαταλείψει άνευ άλλου τινός τη γη που καλλιεργεί είναι στην πράξη σχετικός: αν το θέλει οπωσδήποτε, ο δουλοπάροικος μπορεί, με λίγο θάρρος, να εγκαταλείψει τον τόπο του και να αναζητήσει τη τύχη του αλλού. Αν ταξιδέψει κάπως μακριά (ας πούμε σε απόσταση 500 χιλιομέτρων), δηλώσει ψευδώς ότι είναι ελεύθερος και δώσει όρκο υποταγής στον τοπικό άρχοντα (που δεν είναι απαραίτητα φυσικό πρόσωπο, μπορεί να πρόκειται για μια μονή ή έναν καθεδρικό ναό) θα καταφέρει να εγκατασταθεί και να προκόψει χωρίς πολλές σκοτούρες ή προβλήματα. Τα εργατικά χέρια είναι πάντα και παντού ευπρόσδεκτα στον Μεσαίωνα κι οι ντόπιοι δεν έχουν κανένα συμφέρον να ψάξουν διεξοδικά μήπως ο νεοφερμένος έχει κάποιον αφέντη που βρίσκεται πέντε μέρες μακριά (πρβλ. το παράδειγμα του πατέρα της Μαρχίλδης στο έγγραφο που παραθέτει ο Ντυμπύ).

Οι δουλοπάροικοι αποτελούν απλώς ένα τμήμα της φεουδαλικής κοινωνίας. Τα περισσότερα άτομα έχουν την ιδιότητα του ελεύθερου και φυσικά διαθέτουν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων στην καθημερινότητά τους. Βεβαίως, ο άρχοντας ασκεί εξουσία, επιβάλλει και εισπράττει φόρους, δικάζει και τιμωρεί, άρα εκ των πραγμάτων καταπιέζει τους υποτελείς του. Ωστόσο, ουδόλως προκύπτει ότι αυτή η καταπίεση παρεκκλίνει σημαντικά από τον μέσο όρο της Ιστορίας. Συνήθως, μάλιστα, η σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου είναι πολύ χαλαρότερη απ’ ό,τι πιστεύουμε. Ακόμη και σε περιοχές όπου επικρατεί η φεουδαρχία, ο περισσότερος κόσμος δεν πρόκειται να δει σχεδόν ποτέ αυτόν που τυπικά είναι κυρίαρχός του. Ας θυμηθούμε το διάσημο παράδειγμα του Μονταγιού για το οποίο θα μιλήσουμε αναλυτικά στη συνέχεια: το μικρό χωριό των Πυρηναίων υπάγεται στη δικαιοδοσία του κόμητος της Φουά. Αυτός ασκεί την εξουσία του μέσω δύο προσώπων: του καστελλάνου, όσον αφορά τα ζητήματα ασφάλειας, και του βαΐλου, για τις αστικές υποθέσεις (ο δεύτερος είναι σχεδόν πάντα κάποιος από τους προύχοντες του χωριού). Ο κόμης δεν πρέπει να έχει εμφανιστεί ποτέ στο χωριό. Η – απομακρυσμένη – εξουσία του δεν εκλαμβάνεται ως καταπίεση από τους κατοίκους. Αντιθέτως, ο κόμης είναι ιδιαίτερα αγαπητός, κυρίως γιατί αποτελεί τη μόνη ελπίδα προστασίας των χωρικών, πολλοί από τους οποίους έχουν ασπασθεί την «αίρεση» των Καθαρών, έναντι της Εκκλησίας και ειδικά της Ιεράς Εξέτασης. Συμπερασματικά, αν κάποιος θέλει να βρει παραδείγματα εξαθλίωσης για να τα συγκρίνει με τις ζοφερές προοπτικές των σύγχρονων εργαζομένων, δεν έχει λόγο να τα αναζητήσει ειδικά στο Μεσαίωνα.

Με κάποια δόση ελευθερίας, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η κατανομή της εξουσίας στον Μεσαίωνα (βασιλιάς-φεουδάρχες) είναι κάθετη, ενώ στην εποχή μας (κρατικές οντότητες-οικονομικά συμφέροντα) οριζόντια. Στον Μεσαίωνα υπάρχει κατά τόπον κατάτμηση ομοειδούς εξουσίας. Η εξουσία που ασκεί ο βασιλιάς δεν διαφοροποιείται ποιοτικά από αυτήν που ασκούν οι φεουδάρχες, παρά μόνον ως προς τα όρια της κατά τόπον δικαιοδοσίας. Κατά τα λοιπά, τόσο στην περίπτωση του βασιλιά όσο και αυτή των φεουδαρχών πρόκειται για την κλασσική μορφή εξουσίας που συναντούμε, σε πιο εξελιγμένη μορφή, και στα σύγχρονα κράτη (εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική, στρατιωτική και αστυνομική, επιβολής φόρων κ.ο.κ.). Το μόνο που διακρίνει την κεντρική εξουσία από τις κατά τόπους, είναι η θέση του βασιλιά ως επικυρίαρχου των φεουδαρχών, η οποία ισοδυναμεί με μια μάλλον χαλαρή εποπτεία. Σήμερα, αντιθέτως, οι οικονομικοί παράγοντες δεν ασκούν εξουσία με τον ίδο τρόπο που το πράττουν τα κράτη: καθορίζουν τις συνθήκες των αγορών, ασκούν οικονομικές και άλλες πιέσεις στην εκτελεστική εξουσία, χειραγωγούν την κοινή γνώμη μέσω φίλα προσκείμενων ΜΜΕ κ.ο.κ. Επιπλέον, το ίδιο οικονομικό κέντρο εξουσίας δεν δρα στην επικράτεια ενός μόνον κρατικού μορφώματος, αλλά περισσοτέρων, ενδεχομένως και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο ένας πόλος διαφοροποιείται από τον άλλο ως προς την άσκηση εξουσίας και τοπικά και ποιοτικά, στοιχείο που δεν υπάρχει στη φεουδαρχία του Μεσαίωνα. Είναι προφανές ότι η εξουσία που ασκείται σήμερα από οικονομικά συμφέροντα είναι απρόσωπη. Φορείς της είναι επιχειρηματικά σχήματα με μορφή συνήθως εταιρική που είναι δύσκολο έως αδύνατο να προσωποποιηθούν. Άλλωστε και αφεαυτής η άσκηση τέτοιας εξουσίας έχει ακαθόριστο χαρακτήρα, από την άποψη ότι δεν μπορεί να προσδιορισθεί σε ποιό ποσοστό καθόρισε την μία ή την άλλη εξέλιξη καθένας από τους οικονομικούς παράγοντες ξεχωριστά. Σε κάθε περίπτωση, η εξουσία των οικονομικών συμφερόντων εκλαμβάνεται ως απρόσωπη από τους ίδιους τους εξουσιαζόμενους (οι οποίοι συχνά αδυνατούν να κατανοήσουν ποιός ακριβώς είναι ο υπεύθυνος για κάποιο δυσμενές γι’ αυτούς αποτέλεσμα, για αυτό και κατηγορούν συλλήβδην τα κέντρα οικονομικής εξουσίας, συνήθως μαζί με τους εκάστοτε φορείς της εκτελεστικής εξουσίας, ή καταφεύγουν σε θεωρίες συνωμοσίας). Στο σημείο αυτό, η διαφορά με την κατάσταση στα χρόνια του Μεσαίωνα είναι χαοτική.

Η σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζομένου κατά τον Μεσαίωνα είναι σαφώς προσωπική. Η σύναψή της προϋποθέτει την αποδοχή και των δύο μερών. Δεν υπάρχει τίποτε χαρακτηριστικότερο ή πιο συμβολικό για τη φεουδαλική κοινωνία του Μεσαίωνα από το hommage (λατ. hommagium, hominium hominagium). Στα ελληνικά το αποδίδουμε συνήθως ως «όρκο υποτελείας», αλλά η μετάφραση αυτή αδυνατεί να περιγράψει επακριβώς την έννοια του θεσμού. Το hommage περιλαμβάνει βεβαίως μια τελετή, κατά την οποία ο υποτελής-βασσάλος γονατίζει μπροστά στον επικυρίαρχό του, του δίνει τα χέρια του και στη συνέχεια προφέρει τον όρκο υποτελείας σ’ αυτόν. Πρωτίστως, όμως, είναι μια αμφοτεροβαρής σύμβαση μεταξύ του βασσάλου και του επικυρίαρχου. Ο βασσάλος αναλαμβάνει στρατιωτική υποχρέωση, δεσμευόμενος να συνδράμει στην άμυνα και ασφάλεια των εδαφών του επικυρίαρχου (ost, υποχρέωση χρονικής διάρκειας 40 ημερών ετησίως) και να συμμετέχει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις του δεύτερου εκτός των εδαφών του (chevauchée), να τον συμβουλεύει σε θέματα διοίκησης, άμυνας και απονομής δικαιοσύνης και, τέλος, να του παράσχει τη βοήθειά του στις λεγόμενες τέσσερις περιπτώσεις (συνεισφορά στα λύτρα για την απελευθέρωση του κυρίου σε περίπτωση αιχμαλωσίας του, στα έξοδα για την εκπαίδευση του πρωτότοκου γιου του κυρίου ως ιππότη, στα έξοδα του γάμου της μεγαλύτερης κόρης του και στις δαπάνες που θα υποβληθεί ο κύριος αν εκστρατεύσει σε σταυροφορία). Από την πλευρά του, ο επικυρίαρχος εγγυάται για την ασφάλεια του βασσάλου, της οικογένειας και των ανθρώπων του και του παραχωρεί ένα φέουδο, μεταβιβάσιμο κληρονομικά στους απογόνους του βασσάλου. Βέβαια, οι δομές και οι σχέσεις της μεσαιωνικής κοινωνίας αποδεικνύονται πιο σύνθετες στην πράξη: τίποτε δεν εμποδίζει έναν κατώτερο άρχοντα να δώσει όρκο υποτελείας σε περισσότερους του ενός επικυρίαρχους. Η πλειονότητα κυρίων μπορεί να προκαλέσει σύγκρουση καθηκόντων στον βασσάλο, στην όχι και τόσο απίθανη περίπτωση που θα έρθουν αντιμέτωποι δύο από τους επικυρίαρχούς του. Προκειμένου να επιλυθούν τέτοιες συγκρούσεις, ο Μεσαίωνας εφευρίσκει τον θεσμό του hommage lige, την κατά προτεραιότητα υποτέλεια δηλαδή: στρατιωτική υποχρέωση οφείλεται πρωτίστως στον άρχοντα του οποίου κατέστη λίζιος ο βασσάλος. Το hommage δεν περιορίζεται στις σχέσεις μεταξύ αρχόντων. Έστω και χωρίς λαμπρές τελετές, επικυρώνει την ιεραρχική υποταγή και του απλού λαού, περιλαμβανομένων και των δουλοπάροικων. Κατά κανόνα, άλλωστε, κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν θέτει σε αμφισβήτηση τη σχέση υποτέλειας. Όχι μόνο γιατί αυτό επιτάσσει η κυρίαρχη αντίληψη της εποχής, αλλά και γιατί πρακτικά η σχέση είναι ακριβώς αυτή της αμφοτεροβαρούς συμβάσεως. Ο άρχοντας υποχρεούται να εγγυηθεί την προστασία όλων των υποτελών του. Στο κάτω-κάτω, αυτή την έννοια δεν έχει κι η γνωστή γαλλική φράση « noblesse oblige »; Το να είσαι άρχοντας συνεπάγεται υποχρώσεις. Αυτό δηλαδή που δεν συμβαίνει με τους «φεουδάρχες» της εποχής μας, που διεκδικούν τα πάντα, ζητούν οτιδήποτε, επιβάλλουν όσα επιθυμούν, ενώ οι υποτελείς τους (που δεν έδωσαν κανένα όρκο υποτελείας) καταλήγουν να έχουν μόνο υποχρεώσεις.

Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος κατά τον Μεσαίωνα αφορά ένα περιορισμένο μέρος του πληθυσμού το οποίο ασχολείται λόγω θέσεως ή εξ επαγγέλματος με τα στρατιωτικά: άρχοντες, ιππότες και επαγγελματίες/ μισθοφόρους πολεμιστές. Δεν υπάρχει καθολική υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας που να βαρύνει το σύνολο του ανδρικού πληθυσμού, όπως στις πόλεις-κράτη της Αρχαιότητας και στα εθνικά κράτη των Νεότερων Χρόνων. Η πολεμική δραστηριότητα είναι περιορισμένη χρονικά (εκστρατείες γίνονται μόνο την άνοιξη και το καλοκαίρι και πάλι όχι σε περιόδους γεωργικών εργασιών), η αριθμητική δύναμη των στρατιωτικών σωμάτων είναι συνήθως μικρή και τα όπλα δεν είναι τόσο φονικά. Προτιμότερο είναι να αιχμαλωτισθεί ο αντίπαλος, γιατί αυτό θα αποφέρει και λύτρα, παρά να φονευθεί. Ακόμη κι ο Εκατονταετής Πόλεμος μεταξύ του γαλλικού και του αγγλικού βασιλικού οίκου, μολονότι διήρκεσε τυπικά περισσότερο από εκατό χρόνια (1337-1453), αποτελείται από διάσπαρτες στον χρόνο ολιγόμηνες εκστρατείες που πλήττουν συγκεκριμένα μόνο τμήματα της γαλλικής επικράτειας.

Η θεωρητική δικαιολόγηση: το σχήμα των τριών τάξεων. Το γεγονός ότι ο μεσαιωνικός πόλεμος αφορά ορισμένους μόνον αποδεικνύεται κι από το αντίστοιχο θεωρητικό υπόβαθρο: στις αρχές του 11ου αιώνα, ο Ανταλμπερόν, επίσκοπος της Λαν, κι ο Γεράρδος, επίσκοπος του Καμπραί, διατύπωναν για πρώτη φορά την τριμερή διάκριση των τάξεων που επρόκειτο να σημαδέψει το φαντασιακό της φεουδαλικής κοινωνίας. Τρεις τάξεις αποτελούν τη μεσαιωνική κοινωνία: οι oratores (αυτοί που προσεύχονται, δηλαδή ο κλήρος περιλαμβανομένων των μοναχών) οι bellatores (αυτοί που πολεμούν για να διασφαλίσουν την ύπαρξη του κράτους, δηλαδή οι ιππότες και κατ’ επέκταση οι ηγεμόνες και οι ευγενείς) και οι laboratores (κυριολεκτικά αυτοί που οργώνουν τη γη και συνεκδοχικά το σύνολο του εργαζόμενου λαού).

Η πραγματική μεταστροφή ανάγεται στον 17ο αιώνα, όταν ολοκληρώνεται στην Ευρώπη η διαδικασία συγκρότησης ισχυρών κρατών. Το μεσαιωνικό σχήμα, με την προσωπική σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου και τον αυξημένο ρόλο της θρησκείας και της Εκκλησίας, αρχίζει να κλονίζεται στην πράξη ίσως από τον 15ο αι. για να καταρρεύσει μεταξύ 17ου και 18ου και να αντικατασταθεί από μια νέα διπολική λογική, αυτήν της κεντρικής κρατικής εξουσίας και της οικονομίας της αγοράς. Πρόκειται για τη «διπλή ρήξη», όπως την ονομάζει ο Γάλλος ιστορικός Αλαίν Γκερρώ. Η κρίσιμη καμπή ανάγεται π.χ. για τη Γαλλία στα χρόνια του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Δεν είναι το 1789, όπως θέλει η σύγχρονη αφήγηση.

Για να πετύχει τον σκοπό της, μια «επίσημη» αφήγηση πρέπει να είναι απλή, εύληπτη και πειστική. Ο υποβιβασμός του Μεσαίωνα σε εποχή σκοταδισμού εξυπηρετεί τον ιδρυτικό μύθο της σύγχρονης Δύσης. Προωθεί την ιδέα της γραμμικής προόδου της ανθρωπότητας, ακόμη και σε επίπεδο πολιτικών θεσμών, δικαιωμάτων κι ελευθεριών. Αποσιωπά τις ένοχες στιγμές των Νεότερων Χρόνων. Το γεγονός ότι ήδη πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, δικαιώματα που ονομάζονταν «φεουδαλικά» ανήκαν σε αστούς. Σε αστούς που προσπαθούσαν να επωφεληθούν από κάθε εξουσία η οποία στηριζόταν σε θεσμούς του παρελθόντος, χωρίς να υπέχουν τις υποχρεώσεις που βάρυναν τους φεουδάρχες του Μεσαίωνα. Στη Γαλλία του 18ου αιώνα υπήρχαν ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι είχαν ως αντικείμενο τη μελέτη μεσαιωνικών εγγράφων με σκοπό την ανεύρεση δικαιωμάτων και προνομίων που κάποτε, υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες, συνεπάγονταν τα εμπράγματα αποκτήματα των πλούσιων αστών. Αποσιωπάται επίσης η ενοχλητική «λεπτομέρεια» της καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων από την ίδια τη Γαλλική Επανάσταση. Στα χρόνια του Μεσαίωνα τα δικαιώματα των εργαζομένων προστατεύονται μέσω των συντεχνιών. Η προστασία αυτή εξαφανίζεται με τη… Γαλλική Επανάσταση, μολονότι αυτή ήταν παιδί του Διαφωτισμού και διαπρύσιος κήρυκας των ατομικών δικαιωμάτων κι ελευθεριών. Το θεωρητικό πρότυπό της, όμως, είναι αυτό της σύμβασης που συνάπτεται μεταξύ ισότιμων μερών, αντίληψη παρωχημένη ήδη από τον εποχή που πρωτοδιατυπώθηκε. Με τις κοινωνικές μεταλλάξεις που επρόκειτο να φέρει η Βιομηχανική Επανάσταση, όμως, αποδείχθηκε γρήγορα κι εξαιρετικά επιζήμια κι επικίνδυνη. Τον Μάρτιο του 1791, με το αποκαλούμενο «διάταγμα ντε Αλλάρντ» καταργούνται, ως «μεσαιωνικό κατάλοιπο», οι συντεχνίες, στο όνομα της ελευθερίας του εμπορίου και της απελευθέρωσης των επαγγελμάτων. Στις 14 Ιουνίου του ιδίου έτους τίθεται σε ισχύ ο νόμος Λε Σαπλιέ με τον οποίο απαγορεύεται κάθε μορφή συλλογικής οργάνωσης και διαμαρτυρίας των εργαζομένων κι απαγορεύεται παντελώς η απεργία! Στην αιτιολογική έκθεση του νόμου παρατίθενται αυτούσια αποσπάσματα από το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» του Ρουσσώ! Κάπως έτσι (και πάντα στο όνομα της ελευθερίας) οι εργαζόμενοι θα μείνουν εντελώς απροστάτευτοι για δεκαετίες. Μόνο μετά από πολλούς αγώνες θα νομιμοποιηθεί (σταδιακά) η απεργία στη Γαλλία, μόλις το 1864.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

– Pierre AUBÉ « Les empires normands d’Orient », Tempus, Perrin, Παρίσι 2006 (1η έκδοση 1991).
– Michel BALARD « Les Latins en Orient (XIe-XVe siècle) », Nouvelle Clio, PUF, Παρίσι 2006.
– Marc BLOCH « La Société féodale », αρχική έκδοση σε 2 τόμους 1939-1940, τελευταία επανέκδοση (σε ένα τόμο): Albin Michel, Παρίσι 1998.
– Patrick BOUCHERON « Les villes d’Italie, vers 1150-1350 », Belin sup histoire, Belin, Παρίσι 2004.
– Patrick BOUCHERON « Conjurer la peur – Sienne, 1338 : Essai sur la force politique des images », Seuil, Παρίσι 2013.
– Philippe BÜTTGEN, Alain de LIBERA, Marwan RASHED, Irène ROSIER-CATACH (επιμ.) « Les Grecs, les Arabes et nous (enquête sur l’islamophobie savante) », Ouvertures, Fayard, Παρίσι 2009.
– Alain DEMURGER « Chevaliers du Christ, les ordres religieux militaires au Moyen Âge », Seuil, Παρίσι 2002.
– Georges DUBY « La Société aux XIe et XIIe siècles dans la région mâconnaise », Éditions de l’École des Hautes Études en Sciences Sociales, Παρίσι 1953.
– Georges DUBY « Le Temps des cathédrales – L’Art et la société (980-1420) », Bibliothèque des Histoires, Gallimard, Παρίσι 1976.
– Georges DUBY « L’histoire continue », Points, Seuil, Παρίσι 1991.
– Georges DUBY « Féodalité », Quarto, Gallimard, Παρίσι 1996 [συλλογή βιβλίων και δοκιμίων του ιστορικού, περιέχει μεταξύ άλλων τα: Guerriers et paysans (1973), L’An Mil (1980), Les Trois ordres ou L’imaginaire du féodalisme (1978), Le Dimanche de Bouvines (1973), Le Chevalier, la femme et le prêtre (1981)].
– René FÉDOU e.a. « Lexique historique du Moyen Âge », cursus, Armand Colin, Παρίσι 1995.
– Jean FLORI « Aliénor d’Aquitaine : la reine insoumise », Payot, Παρίσι 2004.
– Claude GAUVARD, Alain de LIBERA, Michel ZINK (επιμ.) « Dictionnaire du Moyen Âge », PUF, Παρίσι 2004 (2η έκδ.).
– Jacques Le GOFF « Les Intellectuels au Moyen Age », Points, Seuil, Παρίσι 1985 (1η έκδοση 1957).
– Jacques Le GOFF « Pour un autre Moyen Âge », Tel, Gallimard, Παρίσι 1991 (1η έκδοση 1977).
– Jacques Le GOFF « Marchands et banquiers du Moyen Âge », Quadrige – Grands textes, PUF,‎ Παρίσι 2011 (1η έκδοση 1957).
– Alain GUERREAU « Le féodalisme, un horizon théorique », Le Sycomore, Παρίσι, 1980.
– Alain GUERREAU « L’Avenir d’un passé incertain. Quelle histoire du Moyen Âge au XXIe siècle ? », Seuil, Παρίσι 2001.
– Sylvain GOUGUENHEIM « Aristote au Mont Saint-Michel (Les racines grecques de l’Europe chrétienne) », L’Univers Historique, Seuil, Παρίσι 2008.
– Sylvain GOUGUENHEIM « Regards sur le Moyen Âge », Tallandier, Παρίσι 2009.
– Jean-Claude HOCQUET « Venise au Moyen Âge », Guides de Civilisations, Belles Lettres, Παρίσι 2003.
– Frederic Chapin LANE “Venice – A Maritime Republic”, The John Hopkins University Press, Βαλτιμόρη 1973.
– Emmanuel Le ROY LADURIE « Montaillou, village occitan, de 1294 à 1324 », Gallimard, Παρίσι 1975.
– Alain de LIBERA « La Philosophie médiévale » Quadrige, PUF, 2004.
– André MIQUEL « Ousama, un prince syrien face aux croisés», Les inconnus de l’histoire, Fayard, Παρίσι 1986.
– Régine PERNOUD « Pour en finir avec le Moyen Âge », Seuil, Παρίσι 1979.
– Régine PERNOUD « Aliénor d’Aquitaine », Albin Michel, Παρίσι 1966.
– Gérard SIVÉRY « Blanche de Castille », Fayard, Παρίσι 1994.
– Laure VERDON « Le Moyen Âge : 10 siècles d’idées reçues », Le Cavalier Bleu, Παρίσι 2013.
– Jacques VERGER « Les universités au Moyen Âge », Quadrige, PUF, Παρίσι 1999 (1η έκδοση 1973).

(σ.σ. όπως θυμηθήκαμε από: rogerios.wordpress.com/) 
 

(σ.σ. η παγκόσμια βασιλεία του Μεσσία που προσπαθούν να φέρουν εδώ στη γη οι εβραιοσιωνιστές μαζί με τους Μασόνους παρόλο που αφορά την επουράνια του Χριστού τον οποίον απαρνήθηκαν: Παλαιά Διαθήκη, Ησ. 11,1 Από την γενεαλογικήν ρίζαν του Ιεσσαί, θα φυτρώση κλωνάρι, και άνθος από την ρίζαν αυτήν θα αναβλαστήση. 2 Εις τον ευλογημένον αυτόν απόγονον του Ιεσσαί, θα επαναπαυθή το Πνεύμα του Θεού, Πνεύμα σοφίας και συνέσεως, Πνεύμα υγιούς θελήσεως και ισχύος, Πνεύμα γνώσεως και ευσεβείας. 3 Θα γέμιση αυτόν ο Θεός με Πνεύμα φόβου Θεού. Φωτιζόμενος αυτός από τα υπέροχα αυτά χαρίσματα του Πνεύματος δεν θα εκφέρη κρίσιν σύμφωνα με την εξωτερικήν εμφάνισιν και δεν θα ελέγχη σύμφωνα με τους ματαίους και επιπολαίους λόγους των ανθρώπων. 4 Αλλά θα κρίνη με ευθύτητα και δικαιοσύνην, θα δικαιώση τον ταπεινόν και τον δίκαιον, θα φανερώση και θα αποδώση το δίκαιον στους ταπεινούς και καταφρονημένους της γης. Με τον λόγον του στόματός του θα κτυπήση τον αμαρτωλόν και άδικον κόσμον. Και με ένα απλούν φύσημα των χειλέων του θα θανατώση τους ασεβείς…10 Κατά την ημέραν εκείνην ο ευλογημένος αυτός απόγονος του Ιεσσαί, ο Μεσσίας, θα εμφανισθή ως άρχων των εθνών, θα είναι μέγας κατά την αρετήν και την δύναμιν, ώστε τα έθνη θα στηρίξουν εις αυτόν τας ελπίδας των. Ο θρόνος του και η διαμονή του θα είναι ένδοξος και τιμημένη…Ησ. 14,31 Κλαύσατε, λοιπόν, με ολολυγμούς αι οχυραί πύλαι των πόλεων των Φιλισταίων· ας κράξουν οι αναστατωμένοι και ταραγμένοι κάτοικοι των, όλοι οι αλλόφυλοι, διότι ο καπνός των πόλεων, που καίονται, κατεβαίνει από τον βορράν και δεν πρόκειται κανείς να διαφύγη την καταστροφήν και να σωθή! 32 Οι βασιλείς, λοιπόν, των διαφόρων εθνών, όταν θα βλέπουν τα γεγονότα αυτά, την ολοσχερή καταστροφήν των ‘Ασσυριων και την σωτηρίαν του Ισραήλ, ποίον απάντησιν τάχα θα έχουν να δώσουν; Θα απαντήσουν φυσικά, ότι ο Κυριος εθεμελιωσε την Ιερουσαλήμ και ότι δι’ αυτού εσώθησαν και θα σωθούν οι ταπεινοί εκ του λαού, οι οποίοι εξαρτούν και ζητούν από αυτόν την σωτηρίαν των)
 

Η άνοδος της παγκόσμιας θρησκείας του κρατισμού
Το τέλος της παλαιάς τάξης πραγμάτων

Ο 18ος αιώνας ανέδειξε το Φιλελεύθερο κίνημα και μαζί του τις νέες ιδέες του ατομικισμού και της αυτοδιάθεσης στο πλαίσιο των κοινωνικοπολιτικών τάξεων. Υποστηρίχθηκε ότι η ευημερία και η κοινωνική πρόοδος δεν μπορούσαν να προέλθουν από τις τυραννίες του παρελθόντος. Αντί να είναι ευνοϊκή για το άτομο, μια μαζική, κεντρικά ελεγχόμενη αυτοκρατορία, αποτελούσε πηγή κοινωνικής απελπισίας, οικονομικών παλινδρομήσεων και πολιτισμικής στασιμότητας. Εκείνος ο φιλελευθερισμός, ο οποίος σήμερα αναφέρεται ως κλασσικός φιλελευθερισμός, ήταν ο πρόδρομος της σύγχρονης – και πιο επακριβώς αναπτυγμένης – αναρχοκαπιταλιστικής πολιτικής θεωρίας.

Η μετάβαση από την Παλαιά Τάξη – από το παλαιό καθεστώς (Ancien Régime), του οποίου το μοντέλο εντοπίζεται πίσω στις απαρχές του πολιτισμού – στο φιλελεύθερο πνεύμα, εξετάζεται ιδιαίτερα σε μία από τις μεταγενέστερες εργασίες του Ludwig von Mises με τίτλο Omnipotent Government. Εδώ, ο von Mises αναλύει τις ρίζες του γερμανικού ναζισμού και του εθνικοσοσιαλισμού, εξετάζοντας αρχικά το αυτοκρατορικό μοντέλο του παλαιού Πρωσικού μοντέλου, καθώς και της Φιλελεύθερης επανάστασης η οποία επιδίωξε και απέτυχε να υπερισχύσει της Παλαιάς Τάξης με τα καπιταλιστικά και ατομικιστικά ιδανικά της. Ο von Mises περιγράφει την προ-φιλελεύθερη κοινωνική τάξη του «παλαιού πρωσικού κράτους της δυναστείας του οίκου των Hohenzollern:»

Όπως όλοι οι άλλοι πρίγκιπες και δούκες που καθιέρωσαν την κυριαρχία τους στα συντρίμμια της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Τευτονικού Έθνους, οι Hohenzollern θεωρούσαν επίσης την επικράτειά τους ως οικογενειακό κτήμα, τα όρια του οποίου προσπάθησαν να επεκτείνουν μέσω βίας, δόλιων τεχνασμάτων και οικογενειακής συσπείρωσης. Οι άνθρωποι που ζούσαν μέσα στα εδαφικά τους όρια ήταν υποκείμενα που έπρεπε να υπακούν σε εντολές. Ήταν εξαρτήματα του εδάφους, μέρος της περιουσίας του ηγεμόνα που είχε το δικαίωμα να τους χρησιμοποιεί ad libitum. Η ευτυχία και η ευημερία τους δεν λαμβάνονταν υπόψη.

Εντός αυτού του πλαισίου, εμφανίστηκαν οι νέες ιδέες του φιλελευθερισμού από τη Δυτική Ευρώπη, κυρίως από τις αγγλόφωνες και γαλλόφωνες χώρες. Ο von Mises γράφει:

«Ο λαός, συνηθισμένος να υπακούει τυφλά στην υποτιθέμενη δοθείσα από τους Θεούς εξουσία των ηγεμόνων, άκουσε για πρώτη φορά τις λέξεις ελευθερία, αυτοδιάθεση, δικαιώματα του ανθρώπου, κοινοβούλιο, σύνταγμα».

Μαζί με τις νέες ιδέες, εμφανίστηκε και η μεγάλη απειλή για το Ancien Régime. Όπως τονίζει ο von Mises στην οικονομική του πραγματεία Human Action:

… οι ηγεμόνες, οι οποίοι αποτελούν πάντοτε μειονότητα, δεν μπορούν να παραμείνουν διαρκώς στην εξουσία εάν δεν υποστηρίζονται από τη συγκατάθεση της πλειοψηφίας αυτών που κυβερνώνται. Όποιο και αν είναι το κυβερνητικό σύστημα, τα θεμέλια πάνω στα οποία είναι κτισμένο και στηρίζεται, είναι πάντα η γνώμη αυτών που κυβερνώνται. […] μακροπρόθεσμα δεν μπορεί να επικρατήσει μια κυβέρνηση που δεν είναι δημοφιλής.

Κι έτσι, οι νέες ιδέες άρχισαν να διαδίδονται στην Ευρώπη στον κόσμο των καταπιεσμένων και τα συναισθήματα μεταβάλλονταν προς μια νοοτροπία ελευθερίας – προς τον κοινωνικό στόχο της απελευθέρωσης από την επικρατούσα τάξη.

Παρόλα αυτά, η γερμανική πνευματική επανάσταση τελικά απέτυχε. Δεν πέτυχε ποτέ αυτό που επιδιώχθηκε στα πρώτα χρόνια της φιλελεύθερης πάλης. Ναι, η Παλαιά Τάξη σύντομα κατέρρευσε… αλλά δεν πήρε τη θέση της ο φιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός.

Αντίθετα, παρουσιάστηκε ένας τρίτος τρόπος ως εναλλακτική λύση έναντι της παλαιάς τάξης και έναντι των ιδεών της ελευθερίας. Το τραγικό – και βαθύτατα ενδεικτικό των μελλοντικών κοινωνικών και πολιτικών επαναστάσεων – ήταν ότι αυτός ο τρίτος δρόμος έκλεψε τη ρητορική των φιλελευθέρων χωρίς ωστόσο να ξεκαθαρίζει τους όρους του, διότι αναφερόμενος στην «ελευθερία» την «επανάσταση» και την «αυτοδιάθεση» δεν εννοούσε καθόλου αυτό που εννοούσαν οι φιλελεύθεροι. Κι έτσι, αυτή η νέα εναλλακτική λύση υπονόμευσε και εξαπάτησε μεγάλο αριθμό φιλελεύθερων και δυνητικών φιλελεύθερων. Υποστήριξε την απελευθέρωση από την Παλιά Τάξη κι άναψε ένα ισχυρό φως στο τέλος του τούνελ του ιστορικού αγώνα ενάντια στον δεσποτισμό. Αλλά αυτή η εναλλακτική λύση τελικά – περίπου εκατό χρόνια αργότερα – παρήγαγε μια πολιτική τάξη που ήταν πολύ πιο τρομακτική από την παλιά τάξη του Ancien Régime.

Αυτή η εναλλακτική λύση που στάθηκε μεταξύ του φιλελευθερισμού και του παλιού καθεστώτος ήταν ο σοσιαλισμός. Ο σοσιαλισμός, σύμφωνα με τα λόγια του von Mises, «στοχεύει σε ένα κοινωνικό σύστημα βασισμένο στη δημόσια ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Σε μια σοσιαλιστική κοινότητα όλοι οι υλικοί πόροι ανήκουν και διαχειρίζονται από την κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση είναι ο μόνος εργοδότης και ότι κανείς δεν μπορεί να καταναλώσει περισσότερα από όσα του παραχωρεί η κυβέρνηση.» Κι έτσι για τον σοσιαλιστή, το κράτος είναι υπέρτατο. Είναι το όχημα με το οποίο θα μπορούσε να φτάσει στο Ουτοπικό του όραμα. Όλη η εμπιστοσύνη και όλη η εντιμότητα πρέπει να παραχωρηθούν στο κράτος. Γιατί χωρίς το κράτος, το μεγάλο όραμα θα αποτύχει και – σύμφωνα με τους προπαγανδιστές του σοσιαλισμού – οι κοινωνίες θα οπισθοχωρήσουν στις ανοιχτές αγκάλες των παλιών τυραννιών.

Αυτός ο σοσιαλιστικός κρατισμός, ήταν διαφορετικός από τις τυραννίες του παρελθόντος. Στον νέο κρατισμό, το κράτος ήταν αυτοσκοπός. Η γραφειοκρατία θα είχε δική της ζωή ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που θα ήταν υπεύθυνη την εκάστοτε στιγμή. Ο νέος κρατισμός έβλεπε το κράτος ως «ιδανικό». Ως κάτι που πρέπει να υπηρετηθεί και του οποίου τα συμφέροντα πρέπει να επιδιωχθούν. Το κράτος είμαστε εμείς και όλοι μας συνδεόμαστε μέσω του κράτους. Το κράτος αντιπροσωπεύει τις συλλογικές μας ανάγκες και τα συμφέροντά μας αντιπροσωπεύουν τη βούληση του κράτους. Αυτός ο καθάριος κρατισμός ήταν μια νέα θρησκεία, διαφορετικός από την απλοϊκή χρήση του κράτους ως μέσου εξουσίας όπως χρησιμοποιούταν από την παλιά τάξη του Ancien Régime. Έτσι, ο von Mises επισημαίνει ότι η ναζιστική Γερμανία και τα άλλα εθνικοσοσιαλιστικά κράτη ήταν αρκετά διαφορετικά από τις προ σοσιαλιστικές πολιτικές τάξεις.

Κι έτσι, ο κρατισμός καθαυτός έγινε ο νέος δρόμος. Απέρριψε τις αρχές του φιλελευθερισμού ως απάτη της «μπουρζουαζίας». Απέρριψε την ιδιωτική ιδιοκτησία ως οπισθοδρομική και αντικοινωνική. Είπε, όπως συνόψισε ο Mises: «Ο φιλελευθερισμός στοχεύει σε ψευδή ελευθερία, αλλά εγώ θα φέρω πραγματική ελευθερία. Και αληθινή ελευθερία σημαίνει την παντοδυναμία του κράτους. Δεν είναι η αστυνομία ο εχθρός της ελευθερίας αλλά η μπουρζουαζία».

Και ο Γερμανός σοσιαλιστής Ferdinand Lasalle συνόψισε το νέο πνεύμα της εποχής: «Το κράτος είναι Θεός».
 
Οι στόχοι και οι μέθοδοι των Φαβιανών σοσιαλιστών

Ο von Mises συνεχίζει στο βιβλίο του εξετάζοντας την άνοδο του γερμανικού ναζισμού και την εκπλήρωση της νέας τάξης του πλήρους κρατισμού. Στην πραγματικότητα, αυτός ήταν ο κρατισμός που έπεσε στα κεφάλια του κόσμου μέσω του ρωσικού σοσιαλισμού, του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού και του ιταλικού φασισμού.

Ο von Mises, γράφοντας το 1940 [στο βιβλίο του Interventionism: An Economic Analysis], δείχνει ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να «αναγνωριστεί σύμφωνα με δύο διαφορετικά πρότυπα» που είναι:
«το μαρξιστικό ή ρωσικό πρότυπο»
«το γερμανικό σύστημα»

Σήμερα μπορούν να διακριθούν με διαφορετικούς όρους. Μπορούμε να αποκαλούμε τον πρώτο «μαρξισμό» ή κομμουνισμό και το δεύτερο μοτίβο μπορεί να αναφέρεται ως φασισμός.

Ο σοσιαλισμός και ο κρατισμός στη Γερμανία και τη Ρωσία είναι σχετικά γνωστά συστήματα και η διαίρεσή τους σύμφωνα με τα δύο παραπάνω «πρότυπα» είναι χρήσιμη. Αλλά πρέπει επίσης να εντοπίσουμε την άνοδο ενός διαφορετικού «προτύπου». Το πρότυπο αυτό είναι δομικά παρόμοιο με το φασιστικό πρότυπο, αλλά έχει το δικό του «δυτικό» στρατηγικό άρωμα, ώστε να ανταποκρίνεται στις νοοτροπίες και τα συναισθήματα του βρετανικού και αμερικανικού λαού. Και, πράγματι, η Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησαν αυτό το μοτίβο ως μέσο για να εξασφαλίσουν το αυτοκρατορικό αποτύπωμα τους στον δυτικό κόσμο.

Θα ονομάσουμε αυτόν τον τύπο σοσιαλισμού ως το «Φαβιανό» μοντέλο.

Στον ρωσικό κομμουνισμό, το κράτος αποτελεί την υπέρτατη εξουσία και η βούληση του πρέπει να επιδιωχθεί ως ο στόχος της πολιτικής ζωής. Το ίδιο ισχύει με τον Ναζισμό και τον Φαβιανό σοσιαλισμό. Αλλά τα μέσα για να επιτευχθεί αυτό ποικίλλουν. Στο ρωσικό μοντέλο (μπορούμε να το ονομάσουμε «λενινισμό»), όλα αποτελούν απόλυτη ιδιοκτησία του κράτους και η άρχουσα τάξη αποφασίζει για όλη την κοινωνία. Σύμφωνα με το Φαβιανό/ναζιστικό μοντέλο, η ιδιοκτησία είναι ονομαστικά σε «ιδιωτικά» χέρια, αλλά ο έλεγχος τελικά ανήκει στο κράτος, το οποίο έχει την εξουσία να καθορίζει τις τιμές, να ρυθμίζει τους κανονισμούς, να ελέγχει τις επιδοτήσεις και να επιβάλει κυρώσεις. Ενώ το λενινιστικό πρότυπο είναι ένα ωμό κρατικό μονοπώλιο, τα άλλα μοντέλα είναι περισσότερο ένα εταιρικό μονοπώλιο, που επιτυγχάνεται και επιβάλλεται με τον ισχυρό βραχίονα του κράτους. Αυτό το μοντέλο αναφέρεται επίσης ως «κορπορατισμός».

Το ναζιστικό και το Φαβιανό μοντέλο, όμως, έχουν ως βασική τους διαφορά τον τρόπο με τον οποίο αυτοπαρουσιάζονται στις μάζες. Ενώ ο ναζισμός είναι γνωστός για τη βίαιη στρατιωτική επιβολή, τη δημιουργία φυλετικών συγκρούσεων και τη βίαιη εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων με δημόσιες εκδηλώσεις κακόβουλης συμπεριφοράς, το Φαβιανό μοντέλο διαφέρει. Το Φαβιανό πρότυπο, ήταν πολύ πιο μυστικοπαθές, αθόρυβο και κάτω από το ραντάρ. Δεν εκδηλωνόταν δημόσια. Αντ’ αυτού, επιδίωξε τον οικονομικό έλεγχο των τραπεζών, των μέσων μαζικής ενημέρωσης, των νομοθετών, των δικαστηρίων και των εκπαιδευτικών κέντρων. Διέδωσε τις ιδέες του μέσω των πανεπιστημίων, μέσω μυθιστορημάτων, μέσω θεατρικών έργων.

Το Φαβιανό μοντέλο ήταν το μέσο με το οποίο η Αγγλοαμερικανική Αυτοκρατορία επιδίωξε την κυριαρχία της στις αρχές της αποκαλούμενης «προοδευτικής» εποχής, από τον Α ‘Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τον Ψυχρό Πόλεμο. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο, η βρετανική αυτοκρατορία κατέρρευσε και η αμερικανική κυβέρνηση κατέστη η μοναδική παγκόσμια υπερδύναμη.

Ο von Mises γράφει στο Omnipotent Government:

Από την Αγγλία προήλθαν οι ιδέες των Carlyle, Ruskin, και των Φαβιανών. Από τη Γαλλία ο σολινταρισμός. Οι εκκλησίες όλων των δογμάτων εντάχθηκαν στη χορωδία. Μυθιστορήματα και θεατρικά έργα προπαγάνδιζαν το νέο δόγμα του κρατισμού. Ο Bernard Shaw, ο Wells, ο Spielhagen ο Gerhart Hauptmann και άλλοι λιγότερο προικισμένοι συγγραφείς, συνέβαλαν στη δημοτικότητα του κρατισμού.

Αυτό ήταν το Φαβιανό μοντέλο: στόχευε στις πνευματικές τάξεις. Συνειδητοποίησε ότι αν έπειθε τους ισχυρούς της χώρας, οι ιδέες θα μεταδιδόταν ακολούθως στις μεσαίες και κατώτερες τάξεις. Επιδίωξε μια στρατηγική εναγκαλισμού με την κοινωνική ελίτ, τους «liberals της λιμουζίνας» όπως είναι γνωστοί σήμερα στις ΗΠΑ. Εδώ συναντάμε και μια πρωτοφανή διαστροφή του λεξιλογίου. Ο παλιός φιλελευθερισμός (liberalism) της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και του ατομικισμού, κατά τη διάρκεια της «προοδευτικής» εποχής, επανακαθορίστηκε σύμφωνα με τις προτιμήσεις του νέου Φιλελευθερισμού, που στην πραγματικότητα σήμαινε απλώς σοσιαλισμό. Γι’ αυτό, στην Αμερική, liberal σήμερα λένε τον σοσιαλιστή.

Ποιοι ήταν λοιπόν οι άνθρωποι που αναφέρθηκαν παραπάνω και τι δουλειά έχουν μεταξύ τους; Ένας καθηγητής Καλών Τεχνών, ο John Ruskin ήταν υποστηρικτής του κολεκτιβισμού και τον προήγαγε στην Οξφόρδη κατά τα τέλη του 19ου αιώνα. Είχε βαθιά επίδραση στους μελλοντικούς Βρετανούς πολιτικούς που διδάχτηκαν από αυτόν κατά τη διάρκεια του χρόνου τους εκεί. Το όραμα του Ruskin ήταν μια αυτοκρατορική Βρετανία. Στο πλαίσιο του για τον κόσμο, η Βρετανία είχε την ηθική υποχρέωση να απλώσει τα πλοκάμια της σε όλο τον κόσμο.

Για τους κολεκτιβιστές όπως αυτός, η ιδέα ότι ένα ξεχωριστό και κυρίαρχο έθνος θα μπορούσε να πάρει τις δικές του αποφάσεις, ήταν γελοία. Αλλά αυτό δεν έπρεπε να επιτευχθεί με βίαιη επανάσταση ανάλογη των Ρώσων λενινιστών. Μην ξεχνάμε, στο βρετανικό κολεκτιβιστικό μοτίβο, η βίαιη επανάσταση απορρίφθηκε και προτιμήθηκε ένα ύπουλο και αθόρυβο μέσο απόκτησης της εξουσίας. Ο βρετανικός συγκεντρωτισμός της ιντελιγκέντσιας του Ruskin, ταίριαζε άψογα με τον κουλτουριάρικο σοσιαλιστικό ελιτισμό των Φαβιανών.

Οι Φαβιανοί σοσιαλιστές στη Βρετανία, συμφωνούσαν με το grandiose όραμα του κρατισμού και του κεντρικού σχεδιασμού των μαρξιστών, αλλά, ως μέλη της πλούσιας ελίτ, αντιτάχθηκαν έντονα στα μαρξιστικά-λενινιστικά μέσα της βίαιης επανάστασης. Εξάλλου, ο μαρξισμός βασιζόταν στην πραγματικότητα στον ταξικό πόλεμο θέτοντας τους «μπουρζουάδες» ως αντιπάλους του προλεταριάτου. Αλλά στη Βρετανία, αυτοί οι ιδεαλιστές σοσιαλιστές ήταν «μπουρζουάδες». Έτσι, ο βρετανικός σοσιαλισμός είχε ένα τελείως διαφορετικό μοντέλο. Αυτά τα άτομα σχημάτισαν μια μικρή κοινωνία (τέτοιες «κοινωνίες» δεν είναι τόσο δημοφιλείς αυτές τις μέρες, αλλά ήταν στην πραγματικότητα αρκετά συνηθισμένες μεταξύ των ελίτ κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα). Δημιούργησαν τη Φαβιανή εταιρεία (The Fabian Society).

Δύο από τα πιο σημαντικά μέλη αυτής της κοινωνίας ήταν ο Sydney και η Beatrice Webb, η οποίοι ίδρυσαν τη σχολή οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics – LSE) και το σπίτι των οποίων έγινε τελικά το επίσημο αρχηγείο της Φαβιανής Κοινωνίας. Επίσης, σε αυτή την ομάδα υπήρχαν συγγραφείς όπως ο George Bernard Shaw και ο HG Wells, καθώς και ιστορικοί όπως ο Arnold Toynbee. Ήταν ο Wells που έγραψε ότι ο νέος κρατισμός ήταν η θρησκεία του, ήταν ο σκοπός στον οποίο θα αφιέρωνε τη ζωή του. Αυτά τα άτομα εντυπωσιάστηκαν από τον κολεκτιβισμό στο σοβιετικό σύστημα και επαινούσαν ένθερμα μια πορεία προς το ιδανικό σοσιαλιστικό κράτος. Ωστόσο, στον δικό τους βρετανικό σοσιαλισμό, οι Φαβιανοί απέρριψαν τη χρήση βίας προς τους διαφωνούντες. Ήταν μια «πνευματική επανάσταση» που επικεντρώθηκε στη μαζική προπαγάνδα των σοσιαλιστικών ιδεών.

Ο Murray Rothbard, το 1984, έγραψε μια εξαιρετική μονογραφία η οποία εξέταζε τις ελίτ εξουσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες τον 20ό αιώνα. Από τους τραπεζίτες του οίκου Morgan και την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα έως την άνοδο των συμφερόντων του Rockefeller στην Ασία και την μεταπολεμική παγίωση της νέας πολιτικής τάξης μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Rothbard παρατήρησε ότι οι ρίζες αυτής της νέας τάξης, αναπτύχθηκαν παράλληλα με τους Φαβιανούς σοσιαλιστές στην Αγγλία. Λαμβάνοντας πληροφορίες σε μεγάλο βαθμό από τον ανεπίσημο ιστορικό της ευρωπαϊκής ελίτ, καθηγητή Carroll Quigley, ο Murray Rothbard είδε ότι οι κύκλοι των Φαβιανών άρχισαν να συνεργάζονται με μυστικές κοινωνίες (εταιρείες) που χρηματοδοτήθηκαν και συντηρήθηκαν από τον μαθητή του John Ruskin, Cecil Rhodes του οποίου ο τεράστιος πλούτος του επέτρεψε να ασκήσει ισχυρή επιρροή στη βρετανική πολιτική.

Περιγράφοντας την επιρροή που ασκήθηκε στην αμερικανική ελίτ της εξουσίας από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Rothbard επεσήμανε ότι ο Cecil Rhodes είχε στο μυαλό του μια βρετανική επανένωση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι, ο Rhodes χρηματοδότησε παντός είδους ισχυρές διεθνείς «ομάδες» και οργανώσεις που παρείχαν «εμπειρογνωμοσύνη» σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, τραπεζικών υποθέσεων και «δημόσιας πολιτικής.» Αυτές οι ομάδες, είχαν τη Βρετανική εκδοχή τους (το Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων) και την αμερικανική εκδοχή (Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων). Αλλά σε μεγάλο βαθμό αντανακλούσαν την ίδια κοσμοθεωρία και αφορούσαν την ίδια ελίτ εξουσίας. Για περισσότερα σχετικά με τους Cecil Rhodes και Carroll Quigley, ανατρέξτε στην επισκόπηση του Steve Sailer.

Διεθνιστικές και παγκοσμιοποιημένες πολιτικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου (όπως η Κοινωνία των Εθνών) και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (όπως τα Ηνωμένα Έθνη) διοικούνταν από ισχυρούς άντρες αυτών των ομάδων, οι οποίοι ήταν επίσης διοικητές και μέλη διαφόρων εμπορικών τραπεζών, κεντρικών τραπεζών, ηγετικών βιομηχανιών και ούτω καθεξής. Όλα αυτά σχεδιάστηκαν για να παράσχουν τους απαραίτητους πόρους για ένα μοντέλο «παγκόσμιας κυβέρνησης», υπό την ηγεσία των διεθνιστών σοσιαλιστών. Δεν πέτυχαν πλήρως τον στόχο τους τόσο γρήγορα όσο ήλπιζαν πως θα συνέβαινε μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Γιατί η Βρετανική Αυτοκρατορία δεν μπορούσε να επιβιώσει από την οικονομική βλάβη που είχε προκαλέσει η ίδια στον εαυτό της (με τις νομισματικές κατεργαριές της) κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Τελικά η αμερικανική ελίτ ήταν που επικράτησε μετά την κατάρρευση της Βρετανίας, ως η μοναδική δύναμη επιρροής στον δυτικό κόσμο. Φυσικά, προσπάθησε να διατηρήσει την αυταρχική της επιρροή σε όλους τους οργανισμούς που είχε ιδρύσει η Βρετανία, όπως σημειώνει ο Murray Rothbard. Οι Rockefeller ξόδεψαν απίστευτα ποσά χρημάτων και πόρων σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν τον δυτικό και παγκόσμιο έλεγχο. Αλλά δεν μπόρεσαν να καταφέρουν και πολλά. Στο νέο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου αναδύθηκε μια νέα ομάδα εξουσίας: οι νεοσυντηρητικοί.

Η εξέλιξη των ελίτ της εξουσίας στην Αμερική, με την άνοδο των νεοσυντηρητικών, αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό μια μάχη ανάμεσα στο παλιό κατεστημένο (τους ανάδοχους του Rockefeller από τις μέρες των Φαβιανών) και τους νέους «Cowboys» (τους νεοσυντηρητικούς) που απέκτησαν μεγάλη ισχύ με την πετρελαϊκή έκρηξη στο Τέξας και το νοτιοδυτικό τμήμα των ΗΠΑ. Ενώ το κατεστημένο είχε πολλά χρήματα και για δεκαετίες έβρισκε φίλους και στα δύο πολιτικά κόμματα (εξασφαλίζοντας πάντα την τελική τους νίκη – ασχέτως ποιος εκλεγόταν), οι νεοσυντηρητικοί εισχώρησαν σε κυβερνητικές θέσεις όταν ο Ronald Reagan υποσχέθηκε να εξαλείψει το εκτελεστικό κομμάτι της εποχής Rockefeller, το οποίο ήταν υπό την επιρροή της «τριμερούς επιτροπής» (μιας άλλης οργάνωσης παγκοσμιοποίησης).

Όμως ο Reagan πέτυχε μόνο να εξαλείψει το μισό μέρος του κατεστημένου. Το κενό ήρθαν να γεμίσουν οι νεοσυντηρητικοί. Η επιλογή του Bush 1 ως Αντιπροέδρου εκ μέρους του Reagan, ήταν ένας συμβιβασμός. Διότι ο Bush – σε αντίθεση με τον γιο του τον Bush 2 – προερχόταν από το κατεστημένο των Rockefeller από τις ημέρες του στην CIA και την εμπλοκή του πατέρα του (Prescott) σε έναν από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς οίκους του 20ου αιώνα, ο οποίος συνδεόταν με την τραπεζική ελίτ της Ομοσπονδιακής (κεντρικής) Τράπεζας των ΗΠΑ.
 
Συμπέρασμα

Μόλις οι κολεκτιβιστές, οι υποστηρικτές της νέας θρησκείας του κρατισμού, κατάφεραν να ξεριζώσουν τις αρχές του παλαιού φιλελευθερισμού από τις μάζες, το κράτος κατάφερε να αναπτυχθεί. Οι κοινωνικοπολιτικές τάξεις, καθώς οι ηγεμόνες αποτελούν εξ ορισμού πάντα μειονότητα, βασίζονται στην έγκριση των μαζών. Έτσι, το κράτος έχει ιδιαίτερη επίγνωση της σημασίας που έχει το «δημόσιο» σχολείο και τα «ομοιόμορφα κρατικά πρότυπα» για τη διαχρονικότητα του. Ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να ελέγχει το χρήμα, τους πόρους και την κινητικότητα της εργασίας. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί αν οι άνθρωποι δεν πιστεύουν στο κράτος. Όλα τα κολεκτιβιστικά συστήματα βασίζονται στην υποστήριξη της πλειοψηφίας. Στη συνέχεια, η δημοκρατία, όπως επιδεικνύει εκτενώς ο Hans-Hermann Hoppe, είναι το πιο επιρρεπές σύστημα στην προπαγάνδα του κράτους. Γιατί υπό τη δημοκρατία, δήθεν, ο «λαός» είναι αρμόδιος.

Αλλά ποιος είναι ο λαός; Δεν είναι τα εκατομμύρια των ανθρώπων που εξαρτώνται από τις παροχές και τα επιδόματα του κοινωνικού κράτους, τα εκατομμύρια που εκπαιδεύτηκαν από τα σχολεία του ίδιου του κράτους, τα εκατομμύρια που θα προτιμούσαν να ζουν με το φόβο ενός «εξωτερικού εχθρού» παρά να θεωρούν ως εχθρό το δικό τους κράτος που ισχυρίζεται ότι τους παρέχει ασφάλεια; Δεν είναι τα εκατομμύρια ανθρώπων που έχουν διδαχθεί ότι η ειρήνη είναι αδύνατη, ότι το υγιές χρήμα είναι κακό, ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία είναι αρχαϊκή; Δεν είναι τα εκατομμύρια ανθρώπων που έχουν κατηχηθεί από τη γέννηση τους ότι οι ελεύθερες αγορές προκαλούν «εκμετάλλευση», ότι οι κατώτατοι μισθοί αποτελούν αντίσταση στους «ισχυρούς», ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία είναι καταπίεση; Συνεπώς, η δημοκρατία δεν είναι ένα καλό σύστημα. Το κράτος ξέρει ότι η δημοκρατία είναι το μέσο για την επέκτασή του, όχι το μέσο για τη συρρίκνωσή του.

Αυτό που χρειάζεται λοιπόν, είναι η επιστροφή στις ιδέες της ελευθερίας. Να βλέπεις τα ιδανικά σου πέρα ​​από το κράτος. Ο θεσμός της ιδιωτικής ιδιοκτησίας πρέπει να αποκατασταθεί ως ο ακρογωνιαίος λίθος του ίδιου του πολιτισμού. Γιατί με την ιδιωτική ιδιοκτησία προκύπτει το υγιές χρήμα, οι επιχειρήσεις που μπορούν να εξυπηρετήσουν τους πελάτες τους χωρίς τον φόβο της κυβερνητικής παρεμβατικότητας, η ικανότητα να στηρίζεται κάποιος στον εαυτό του και στον πλησίον του, αντί στο κράτος που βασίζεται στη λεηλασία του λαού.

Αυτό που χρειάζεται σήμερα το κίνημα υπέρ της ελευθερίας, δεν είναι πολιτική δραστηριότητα. Δεν χρειαζόμαστε περισσότερες «πολιτικές προτάσεις», περισσότερους πολιτικούς και περισσότερες επιτροπές πολιτικών δράσεων. Αυτό που χρειάζεται είναι η ειρηνική και παραγωγική αποστασιοποίηση από τη νοοτροπία του κατεστημένου. Πρέπει να επιδιώξουμε την εκπαίδευση, τη μάθηση και τη γνώση – για να κατανοήσουμε το ζήτημα της απόσπασης της προσοχής μας από την κεντρική κρατική εξουσία. Αυτό που χρειάζεται είναι μετατόπιση της νοοτροπίας. Το κράτος δεν είναι θεός. Το κράτος δεν είναι ο σωτήρας μας. Είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευημερία μας.

Μέχρις ότου το συνειδητοποιήσουν αυτό περισσότεροι άνθρωποι, έως ότου ολοκληρωθεί η αφαίρεση του κρατισμού από τα μυαλά των ανθρώπων , ο πολιτισμός θα συνεχίσει σε έναν δρόμο απελπισίας και δουλείας.
 
*** 
Ο C Jay Engel είναι δημιουργός και συντάκτης του Austro Libertarian. Ζει στη Βόρεια Καλιφόρνια, διευθύνει αρκετές επιχειρήσεις, περνάει χρόνο με την οικογένειά του και διαβάζει όσο το δυνατόν περισσότερη οικονομική και πολιτική θεωρία.